Local cover image
Local cover image

Αξόδευτη ζωή / Τίνα Κατσούλη.

By: Κατσούλη, Τίνα, 1970-Material type: TextTextLanguage: Greek, Modern (1453- ) Series: Ελληνική λογοτεχνία (Λιβάνης)Publication details: Αθήνα : Λιβάνης, 2020. Description: 447 σ. ; 21 εκISBN: 978-960-14-3566-4Subject(s): Ελληνική λογοτεχνία -- ΜυθιστόρημαDDC classification: 889.3 Summary: Ο θάνατος, ναι, μα κι η ζωή η αξόδευτη... Ο Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης έζησε σε μια άλλη εποχή, αν έζησε. Μικρός, ονειρευόταν την απόδραση: από την εκκωφαντική σιωπή της μητέρας του Μαρίνης, την αυστηρή ενορχήστρωση της ζωής του από τον πατέρα του Λυσίμαχο. Κρυμμένος κάτω από τους πάγκους της κουζίνας, ξόρκιζε τις σιωπές με τα χωρατά της Σουμέλας και οι απλωμένες μπουγάδες στο πίσω μέρος της αυλής γίνονταν, με σύμμαχο τη Φιλιώ, κατάρτι ψηλό σε πλοίο που θα τον έπαιρνε μακριά, πολύ μακριά. Μέχρι τότε ζωγράφιζε. Πίσω, στο φόντο, η Αθήνα πάσχιζε να αποδείξει τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα στην οδό Βουλεβάρτου και στα αρχοντικά της Πατησίων. Κι ύστερα ανομολόγητη χρεοκοπία, και πάλι διχασμός, γενοκτονίες, Μικρασιατική Καταστροφή, Κρητική Επανάσταση... Ο Αριστοτέλης όμως απέδρασε. Κι όταν έφτασε στο Παρίσι της μπελ επόκ, όταν γνώρισε τη ζωή, την τέχνη, τον έρωτα, όταν συγκρούστηκε με τον πατέρα του και κατέληξε στη Μασσαλία, αυτός ο "Έλληνας Βαν Γκογκ" θα οδηγούνταν σε μία τραγική συνειδητοποίηση: Είχε φτάσει μακριά, αλλά έμοιαζε σαν να μην είχε φύγει ποτέ. Άλλες ζωές στάθηκαν πιο τυχερές.Έφτανε μια όψιμη ευτυχία στον επίλογο μιας αξόδευτης ζωής; "Έφτανε", θα ισχυριζόταν η Σουμέλα, που χρόνο κι απαντοχή δεν είχε γι’ άλλη θλίψη. "Έφτανε και περίσσευε".
Item type: Λογοτεχνία
Tags from this library: No tags from this library for this title.
Holdings
Current library Call number Copy number Status Date due Barcode
Δημοτική Βιβλιοθήκη Περιστερίου
889.3 ΚΑΤ 1 Available 13110

Ο θάνατος, ναι, μα κι η ζωή η αξόδευτη... Ο Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης έζησε σε μια άλλη εποχή, αν έζησε. Μικρός, ονειρευόταν την απόδραση: από την εκκωφαντική σιωπή της μητέρας του Μαρίνης, την αυστηρή ενορχήστρωση της ζωής του από τον πατέρα του Λυσίμαχο. Κρυμμένος κάτω από τους πάγκους της κουζίνας, ξόρκιζε τις σιωπές με τα χωρατά της Σουμέλας και οι απλωμένες μπουγάδες στο πίσω μέρος της αυλής γίνονταν, με σύμμαχο τη Φιλιώ, κατάρτι ψηλό σε πλοίο που θα τον έπαιρνε μακριά, πολύ μακριά. Μέχρι τότε ζωγράφιζε. Πίσω, στο φόντο, η Αθήνα πάσχιζε να αποδείξει τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα στην οδό Βουλεβάρτου και στα αρχοντικά της Πατησίων. Κι ύστερα ανομολόγητη χρεοκοπία, και πάλι διχασμός, γενοκτονίες, Μικρασιατική Καταστροφή, Κρητική Επανάσταση...

Ο Αριστοτέλης όμως απέδρασε. Κι όταν έφτασε στο Παρίσι της μπελ επόκ, όταν γνώρισε τη ζωή, την τέχνη, τον έρωτα, όταν συγκρούστηκε με τον πατέρα του και κατέληξε στη Μασσαλία, αυτός ο "Έλληνας Βαν Γκογκ" θα οδηγούνταν σε μία τραγική συνειδητοποίηση: Είχε φτάσει μακριά, αλλά έμοιαζε σαν να μην είχε φύγει ποτέ. Άλλες ζωές στάθηκαν πιο τυχερές.Έφτανε μια όψιμη ευτυχία στον επίλογο μιας αξόδευτης ζωής; "Έφτανε", θα ισχυριζόταν η Σουμέλα, που χρόνο κι απαντοχή δεν είχε γι’ άλλη θλίψη. "Έφτανε και περίσσευε".

Click on an image to view it in the image viewer

Local cover image