Local cover image
Local cover image

Χρωματιστά καλοκαίρια στην ταβέρνα της θείας Μαρίας : παιδικό μυθιστόρημα / Ευαγγελία Ρουμελιώτου - Δαρσινού.

By: Ρουμελιώτου-Δαρσινού, ΕυαγγελίαMaterial type: TextTextLanguage: Greek, Modern (1453- ) Publication details: Αθήνα : Λεξίτυπον, 2008. Description: 135 σ. ; 20 εκISBN: 978-960-6823-01-5Subject(s): Ελληνική λογοτεχνία -- Μυθιστόρημα -- Βιβλία για παιδιάDDC classification: 889.3 Summary: Πιο πολύ μας πειράζει ο κυρ Θόδωρος. Είναι μόνιμος πελάτης, γιατί η θεία του 'χει νοικιάσει ένα μικρό δωματιάκι δίπλα στο σπίτι πολύ φτηνά επειδή δεν υπάρχουνε δουλειές κι ο κόσμος δύσκολα τα φέρνει βόλτα. Η θεία είναι καλή, ξέρει από φτώχεια και ποτέ δεν ζητάει πρώτη το ενοίκιο, καταλαβαίνει πότε υπάρχουν λεφτά και πότε όχι! Ο κυρ Θόδωρος όπου υπάρχει δουλειά τρέχει εργάτής παντού, το βράδυ στην ταβέρνα είναι άλλοτε χαρούμενος άλλοτε με κατεβασμένο κεφάλι. "Τι χαμπάρια Θοδωρή;" "Φτώχεια κυρά-Μαρία άστα να πάνε... φέρε κάνα κατρούτσο να πιούμε να πάνε κάτω τα φαρμάκια..." Φέρνει κρασί και δύο ποτήρια η θεία και μοιράζονται τους καημούς τους μέχρι που πλακώνει πελατεία κι ο Κούλης βάζει τις φωνές: "Πάλι μόνο μου μ' αφήσατε..." Σηκώνεται εκείνη μ' έναν αναστεναγμό και πηγαίνει στην κουζίνα, ο κυρ Θόδωρος συνεχίζει να πίνει μόνος του. "Φέρε μια φέτα περιποιημένη, μικρό αφεντικό" μου φωνάζει σε λίγο. "Αμέσως κύριε Θόδωρε..." και τρέχω για την παραγγελία. "Κούλη, μια φέτα στον κύριο Θόδωρο..." "Αχ αυτό το κύριε Θόδωρε με σκλαβώνει... Πολύ μ' αρέσει να τ' ακούω..." γελάει αυτός. "Ου να μου χαθείς παλιόβλαχε..." απαντάει γελαστή απ' την κουζίνα η θεία. Τι όμορφα καλοκαίρια περνάω στο Άργος, γεμάτα ξενοιασιά και γλυκές μυρουδιές! Είναι τα χρωματιστά μου καλοκαίρια.
Item type: Λογοτεχνία για παιδιά
Tags from this library: No tags from this library for this title.
Holdings
Current library Call number Copy number Status Date due Barcode
Δημοτική Βιβλιοθήκη Περιστερίου
889.3 ΡΟΥ 1 Available 4150

Πιο πολύ μας πειράζει ο κυρ Θόδωρος. Είναι μόνιμος πελάτης, γιατί η θεία του 'χει νοικιάσει ένα μικρό δωματιάκι δίπλα στο σπίτι πολύ φτηνά επειδή δεν υπάρχουνε δουλειές κι ο κόσμος δύσκολα τα φέρνει βόλτα. Η θεία είναι καλή, ξέρει από φτώχεια και ποτέ δεν ζητάει πρώτη το ενοίκιο, καταλαβαίνει πότε υπάρχουν λεφτά και πότε όχι!
Ο κυρ Θόδωρος όπου υπάρχει δουλειά τρέχει εργάτής παντού, το βράδυ στην ταβέρνα είναι άλλοτε χαρούμενος άλλοτε με κατεβασμένο κεφάλι.
"Τι χαμπάρια Θοδωρή;"
"Φτώχεια κυρά-Μαρία άστα να πάνε... φέρε κάνα κατρούτσο να πιούμε να πάνε κάτω τα φαρμάκια..."
Φέρνει κρασί και δύο ποτήρια η θεία και μοιράζονται τους καημούς τους μέχρι που πλακώνει πελατεία κι ο Κούλης βάζει τις φωνές: "Πάλι μόνο μου μ' αφήσατε..."
Σηκώνεται εκείνη μ' έναν αναστεναγμό και πηγαίνει στην κουζίνα, ο κυρ Θόδωρος συνεχίζει να πίνει μόνος του.
"Φέρε μια φέτα περιποιημένη, μικρό αφεντικό" μου φωνάζει σε λίγο.
"Αμέσως κύριε Θόδωρε..." και τρέχω για την παραγγελία.
"Κούλη, μια φέτα στον κύριο Θόδωρο..."
"Αχ αυτό το κύριε Θόδωρε με σκλαβώνει... Πολύ μ' αρέσει να τ' ακούω..." γελάει αυτός.
"Ου να μου χαθείς παλιόβλαχε..." απαντάει γελαστή απ' την κουζίνα η θεία.
Τι όμορφα καλοκαίρια περνάω στο Άργος, γεμάτα ξενοιασιά και γλυκές μυρουδιές! Είναι τα χρωματιστά μου καλοκαίρια.

Click on an image to view it in the image viewer

Local cover image