Οι λωτοφάγοι : μυθιστόρημα / Βασίλης Βασιλικός.
Material type: TextLanguage: Greek, Modern (1453- ) Publication details: Αθήνα : Δωρικός, 1981. Description: 220 σ. ; 21 εκSubject(s): Ελληνική λογοτεχνία -- ΜυθιστόρημαDDC classification: 889.3 Summary: Η νέα δεκαετία έμπαινε για όλους άσχημα, εκτός από ένα κλάδο που δεν είχε ακόμα επαγγελματοποιηθεί: τα καμάκια. Κάθε προσπάθεια για την αναγνώριση του σωματείου τους σκόνταφτε στη στενοκεφαλιά της νομοθετικής εξουσίας. Οι κύριοι αυτοί, οι νομοθέτες, με πείσμα κλείναν τα μάτια τουςμπροστά σε μια κραυγαλέα πραγματικότητα. Δεν μπορεί να νοηθεί, λέγαν, τέτοιο επάγγελμα, αφού δεν αποτελεί εργασία. Περιστασιακά γινόταν μνεία και γι' αυτό στις Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, μα δεν υπήρχε μάθημα καμακολογίας, δεν υπήρχαν βεντέτες - καθηγητές. Μόνο στα φροντιστήρια, που τα βρίσκεις όλα στα τετράγωνα (Εμμ. Μπενάκη, Ασκληπιού, Ακαδημίας και Σκουφά) λειτουργούσαν μερικά τμήματα καμακιών, <<μη αναγμωρισμένα υπό του κράτους>>, κι αυτά δεν προμήθευαν κανένα δίπλωμα, καμιά επαγγελματική κατοχύρωση. Σχολείο των καμακιών ήταν η ίδια η ζωή, και η ζωή, όπως όλοι ξέρουμε, ξεφεύγει τις ταξινομήσεις. Ωστόσο υπήρχε ένα πρόβλημα. Παράδειγμα, μια δίκη που έγινε στο Ηράκλειο. Ο Πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο <<τι επαγγέλεσαι;>> κι αυτός, με το χέρι ακομα στο Ευαγγέλιο, του απάντησε΅<<Καμάκι>>. <<Τι θα πει αυτό;>> ρώτησε ο Πρόεδρος και γύρισε να κοιτάξει τον πάρεδρο απ' τα δεξιά του. (Μόνο η κοπέλα που κρατούσε τα πρακτικά χαμογέλασε κάτω από μια υποψία μουστακιού που άνθιζε πάνω στα άβαφα χείλια της). -<<Καμάκι, κύριε Πρόεδρε, πως να σου το πω;>> ξανάπε ο κατηγορούμενος στριμωγμένος, σαν να μην ήταν ο Πρόεδρος της ίδιας ράτσας. -<<Σε ρωτώ τι δουλειά κάνεις;>> -<<Αυτή είναι η δουλειά μου, κύριε Πρόεδρε>>, επέμενε ο νεαρός με το μακρύ μαλλί. <<Καμάκι>>. -<<Θέλει να πει ζιγκολό, κύριε Πρόεδρε>>, μπήκε στη μέση τότε η συνηγορός του. Κι όπως ούτε αυτό ήξερε τι θα πει ο Πρόεδρος, αναγκάστηκαν αν του το που περιφραστικά. <<Αγαπητικός στις ξένες τουρίστριες που έρχονται στο νησί μας>>. Τότε μόνο κατάλαβε και χαμογέλασε κι αντιμετώπισε κιόλας με επιείκεια τον δράστη της ζωοκλοπής.Current library | Call number | Copy number | Status | Date due | Barcode |
---|---|---|---|---|---|
Δημοτική Βιβλιοθήκη Περιστερίου | 889.3 ΒΑΣ | 1 | Available | 7104 |
Η νέα δεκαετία έμπαινε για όλους άσχημα, εκτός από ένα κλάδο που δεν είχε ακόμα επαγγελματοποιηθεί: τα καμάκια. Κάθε προσπάθεια για την αναγνώριση του σωματείου τους σκόνταφτε στη στενοκεφαλιά της νομοθετικής εξουσίας. Οι κύριοι αυτοί, οι νομοθέτες, με πείσμα κλείναν τα μάτια τουςμπροστά σε μια κραυγαλέα πραγματικότητα. Δεν μπορεί να νοηθεί, λέγαν, τέτοιο επάγγελμα, αφού δεν αποτελεί εργασία. Περιστασιακά γινόταν μνεία και γι' αυτό στις Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, μα δεν υπήρχε μάθημα καμακολογίας, δεν υπήρχαν βεντέτες - καθηγητές. Μόνο στα φροντιστήρια, που τα βρίσκεις όλα στα τετράγωνα (Εμμ. Μπενάκη, Ασκληπιού, Ακαδημίας και Σκουφά) λειτουργούσαν μερικά τμήματα καμακιών, <<μη αναγμωρισμένα υπό του κράτους>>, κι αυτά δεν προμήθευαν κανένα δίπλωμα, καμιά επαγγελματική κατοχύρωση. Σχολείο των καμακιών ήταν η ίδια η ζωή, και η ζωή, όπως όλοι ξέρουμε, ξεφεύγει τις ταξινομήσεις. Ωστόσο υπήρχε ένα πρόβλημα. Παράδειγμα, μια δίκη που έγινε στο Ηράκλειο. Ο Πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο <<τι επαγγέλεσαι;>> κι αυτός, με το χέρι ακομα στο Ευαγγέλιο, του απάντησε΅<<Καμάκι>>. <<Τι θα πει αυτό;>> ρώτησε ο Πρόεδρος και γύρισε να κοιτάξει τον πάρεδρο απ' τα δεξιά του. (Μόνο η κοπέλα που κρατούσε τα πρακτικά χαμογέλασε κάτω από μια υποψία μουστακιού που άνθιζε πάνω στα άβαφα χείλια της). -<<Καμάκι, κύριε Πρόεδρε, πως να σου το πω;>> ξανάπε ο κατηγορούμενος στριμωγμένος, σαν να μην ήταν ο Πρόεδρος της ίδιας ράτσας. -<<Σε ρωτώ τι δουλειά κάνεις;>> -<<Αυτή είναι η δουλειά μου, κύριε Πρόεδρε>>, επέμενε ο νεαρός με το μακρύ μαλλί. <<Καμάκι>>. -<<Θέλει να πει ζιγκολό, κύριε Πρόεδρε>>, μπήκε στη μέση τότε η συνηγορός του. Κι όπως ούτε αυτό ήξερε τι θα πει ο Πρόεδρος, αναγκάστηκαν αν του το που περιφραστικά. <<Αγαπητικός στις ξένες τουρίστριες που έρχονται στο νησί μας>>. Τότε μόνο κατάλαβε και χαμογέλασε κι αντιμετώπισε κιόλας με επιείκεια τον δράστη της ζωοκλοπής.