000 | 03938nam a22002297a 4500 | ||
---|---|---|---|
003 | PLP | ||
005 | 20240221040407.0 | ||
006 | a||||er|||| 00| 1 | ||
007 | ta | ||
008 | 240221t2013 gr ||||e |||| 00| 1 gre d | ||
020 | _a978-960-545-023-6 | ||
040 |
_aPLP _bgre _cPLP _dPLP _eaacr |
||
041 | 0 | _agre | |
082 | 0 | 4 | _a889.3 |
100 | 1 |
_921194 _aΒιτάλη, Ρέα, _d1961- |
|
245 | 1 | 0 |
_aΚάποτε θα γράψω ένα βιβλίο / _cΡέα Βιτάλη. |
260 |
_aΑθήνα : _bΠοταμός, _c2013. |
||
300 |
_a238 σ. ; _c21 εκ. |
||
520 | _aΚαθόμουν στο πίσω κάθισμα. Πίσω του ακριβώς... Ρίξε μια ματιά ξανά στο εξώφυλλο να καταλάβεις. Έτσι ακριβώς. Κατά διαστήματα τρύπωνα και στην αγκαλιά της μάνας μου στο μπροστά κάθισμα. Πού να το φανταστεί σύγχρονος! Κατά λάθος ζει η γενιά μου. Ωστόσο από κείνη τη θέση του αυτοκινήτου είδα - και τι δεν είδα. Άντρες με φαβορίτες αλά Κόκοτας και καμπάνες παντελόνια να πειράζουν γυναίκες με μίνι και παπούτσια-πολυκατοικίες. Είδα ανθρώπους να σπρώχνονται σε βιτρίνες έξω από καταστήματα που πουλούσαν τηλεοράσεις για να χαζέψουν το «θαύμα» και τη Νάκη Αγάθου να τους χαμογελάει. Είδα το μπουκάλι της Coca Cola και το πείραμα με το δίφραγκο. Είδα κότσους να χτίζονται σε κομμωτήρια... Ώρες κάτω από κάσκες. Και μαλλιά να ελευθερώνονται χάρη στη μεγάλη ανακάλυψη: το "πιστολάκι". Μας είδα να χορεύουμε σέικ, να αηδιάζουμε με τη γεύση του μουρουνόλαδου και την πέτσα στο γάλα. Να κρύβουμε δίσκους του Θεοδωράκη... Απαγορευμένοι. Και στη συνέχεια να κρύβουμε δίσκους του Πάριου... Κι αυτοί απαγορευμένοι κατά μία έννοια. Είδα, και τι δεν είδα! Τώρα που το καλοσκέφτομαι. Χούντα, Πολυτεχνείο, Κυπριακό, «ε-ε-έρχε-ται» με τρία ε μπροστά. Πήρα στο κατόπι τα χρόνια. Μεταξύ μας, μια πληγή δική μου ακολούθησα. Μου έλειψε! «Μεγάλος επιχειρηματίας». Ο μπαμπάς μου. Μια πληγή που πονούσε ακολούθησα και τη στόλισα μ’ ένα σωρό μεγάλα και μικρά για ν’ αντέξω να σας τη μεταφέρω. Πότε επιβάτις, πότε λαθρεπιβάτις. Στη ζωή του, στη ζωή της, στη ζωή μου... Μια διαδρομή παράλληλα μ’ έναν μεγάλο έρωτα, με την ιστορία του αυτοκινήτου στη χώρα μας και την ιστορία του εμπορίου. Νοστάλγησα; Ούτε κατά διάνοια. Νοσταλγία είναι το αταξίδευτο καράβι του ταξιδιώτη που δεν ξεκούνησε από το λιμάνι. Αξιώθηκα ταξίδια. Έμαθα να οδηγώ. Αλλά μου έλειψε από το τιμόνι. Περάστε στο πίσω κάθισμα... Άντε και στο μπροστά εν ανάγκη... Βόλτα στα χρόνια. | ||
650 | 4 |
_912081 _aΕλληνική λογοτεχνία _vΑφήγημα |
|
942 |
_2ddc _cAF |
||
999 |
_c15072 _d15072 |