000 05931nam a22003257a 4500
001 PLP - 15616
003 PLP
005 20241115032314.0
006 a||||er|||| 00| 1a
007 ta
008 241115t2017 gr ||||e |||| 00| 1 gre d
020 _a978-960-16-7601-2
040 _aPLP
_bgre
_cPLP
_dPLP
_eaacr
041 0 _agre
082 0 4 _a889.3
100 1 _9554
_aΧωμενίδης, Χρήστος Αλ.,
_d1966-
245 1 0 _aΌσο πιο πολύ με έδερνε, τόσο πιο δυνατά του τραγουδούσα :
_bσυλλογική αυτοβιογραφία /
_cΧ. Α. Χωμενίδης
250 _a2η έκδ.
260 _aΑθήνα :
_bΠατάκης,
_c2017.
300 _a573 σ. ;
_c21 εκ.
490 1 _aΣύγχρονη ελληνική λογοτεχνία
490 1 _aΠεζογραφία ;
_v419
500 _aΤα κείμενα του βιβλίου δημοσιεύθηκαν σε μια πρώτη μορφή σε εφημερίδες, περιοδικά και διαδικτυακούς τόπους από το 2009 έως το 2017. Ξανακοιτάζοντά τα, διαπίστωσα ότι συγκροτούν μια ενότητα που παλινδρομεί μεταξύ μυθοπλασίας και καταγραφής της πραγματικότητας και αποδίδει ανθρώπους, γεγονότα και τοπία. Δείτε το παρόν βιβλίο ως μια απόπειρα συλλογικής αυτοβιογραφίας. (από το Σημείωμα του συγγραφέα)
520 _a"... Το ελληνικό καλοκαίρι µού φαινόταν ανέκαθεν ο µοναδικός ακατάλυτος νόµος µας. Η άσπρη µας πέτρα ξέξασπρη που φωτίζει τον κόσµο και καταργεί τους λεκέδες του. Η διαφανής σαυρούλα που σκαρφαλώνει στο περβάζι. Οι ρόδες των ποδηλάτων που µισοβυθίζονται στην άµµο. Οι αφίσες που προαναγγέλλουν το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήµονος και του Σωτήρα. Δηµοτικολαϊκάσυγκροτήµατα πάνω σε πρόχειρα στηµέναικριώµατα στην πλατεία, αρνιά και γουρουνοπούλες που σουβλίζονται απ’ το πρωί, ο παπάς της ενορίας κερνάει το πιο καλό κοψίδι στον εξάδελφό του απ’ την Αστόρια. Το ελληνικό καλοκαίρι είναι τα βογκητά των ζευγαριών που κάνουν έρωτα πίσω από τα µισόκλειστα παντζούρια. Είναι η οθόνη του υπαίθριου σινεµά που θροΐζει σε ένα µελτεµάκι. Είναι τα θηριώδη σουτιέν και βρακιά της γιαγιάς που -κρεµασµένα από τα µανταλάκια- ρίχνουν σκιές προϊστορικών τεράτων στον απέναντι τοίχο. Στο ελληνικό καλοκαίρι, το µόνο που µπορείς να σφάξεις είναι ένα καρπούζι. Εάν έγραφα µια ελληνική κωµωδία, θα έβαζα κάποιον φανατικό ιδεολόγο -αδιάφορο ποιανής ιδεολογίας- να επιχειρεί να εκφωνήσει λόγο σε παραλία. Ένας αέρας κυκλαδίτικος να καλύπτει τη φωνή του και να του παίρνει τα χαρτιά, ένα κύµα να τον µουσκεύει, ένα µισόγυµνοκορµί να τον ανταγωνίζεται θρασύτατα. Θα τον έβαζα να µουλαρώνει και να τελειώνει τον λόγο του µε τη φράση: "Θα Ξαναγυρίσουµε και θα Τρέµει η Γης!". Κι έπειτα ένα σµήνος γλάρων -σαν χορωδία αγγέλων ή τραγοπόδαρων σατύρων- να τον ειρωνεύεται γαβγίζοντας. Διαβάζω ελληνική µυθολογία. Κανείς απ’ τους θεούς ή από τις µοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσµου. Δεν απειλεί πως οι άνθρωποι θα κριθούν κατά τα έργα και τις αµαρτίες τους. Δεν προφητεύει µια Δευτέρα Παρουσία. Ποια Δευτέρα Παρουσία; Αφού όλα και όλοι είναι ήδη, νυν και αεί, εδώ. Και η γη δεν τρέµει παρά από τους οργασµούς µας. Κι απ’ τις ωδίνες των τοκετών µας. Το ελληνικό καλοκαίρι περιέχει τα πάντα. Δίνει λογαριασµό µονάχα στον εαυτό του". Μέσα από κείµενα µικρότερα και µεγαλύτερα, επίκαιρα αλλά όχι επικαιρικά, που σκιαγραφούν όψεις της πραγµατικότητας ή απογειώνονται προς τη µυθοπλασία, µε θρύψαλα, αναµµένα κάρβουνα και βότσαλα, ο Χρήστος Χωµενίδης αποπειράται µία πρώτη αυτοβιογραφία. Όχι δική του. Όλων µας.
650 4 _93512
_aΕλληνική λογοτεχνία
_vΜυθιστόρημα
650 4 _914145
_aΑυτοβιογραφίες
830 0 _916268
_aΣύγχρονη ελληνική λογοτεχνία (Πατάκης)
830 0 _916269
_aΠεζογραφία (Πατάκης)
942 _2ddc
_cAF
999 _c15616
_d15616